Αγαπητές φίλες και φίλοι,
Δεν υπάρχουν περιθώρια ολιγωρίας και αδράνειας. Η ανθρωπιστική κρίση βαθαίνει καθημερινά. 1,5 εκατ. συμπολίτες μας είναι άνεργοι. Ακόμα κι αυτοί που έχουν κάποιο εισόδημα δεν μπορούν να καλύψουν στοιχειώδεις δαπάνες για τρόφιμα, φάρμακα, στέγη. Τα μεσαία εισοδηματικά στρώματα φτωχοποιούνται. Χιλιάδες επιχειρήσεις κλείνουν. Αυτές που στέκονται ακόμα στα πόδια τους στραγγαλίζονται από την έλλειψη ρευστότητας και την γραφειοκρατία. Η αγορά είναι νεκρή. Οι προοπτικές είναι ακόμη χειρότερες. Είναι η στιγμή να πούμε όλοι μαζί: φθάνει πια. Μέχρις εδώ. Και να πάμε από τα λόγια στη δράση.
Συμπεράσματα Διημερίδας:
Ως η τελευταία ομιλήτρια αυτού του διημέρου, θα ήθελα να συνοψίσω αυτά που θεωρώ ως βασικά συμπεράσματα από τις εισηγήσεις των εκλεκτών συναδέλφων και συνομιλητών. Να μοιραστώ μαζί σας κάποιες σκέψεις και προτάσεις για τα άμεσα βήματα που πρέπει να γίνουν, ώστε να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για ένα ευρύτατο κοινωνικό μέτωπο ανατροπής της ακολουθούμενης αδιέξοδης πολιτικής και πορείας.
Πρώτο συμπέρασμα: υπάρχει σύγκλιση απόψεων ως προς τη διάγνωση της κρίσης.
Η κρίση δεν είναι μόνο κρίση της Ελλάδας, της Ισπανίας η της Ιρλανδίας, αλλά μια βαθειά ενδογενής συστημική κρίση που έχει τις ρίζες της:
α) στην ενδυνάμωση ενός ανεξέλεγκτου παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος που, στο κυνήγι υψηλών αποδόσεων, αφέθηκε να αποσταθεροποιήσει κράτη και κοινωνίες,
β) στην οικοδόμηση μιας ανολοκλήρωτης και ασύμμετρης Ευρωζώνης, μιας Ευρωζώνης που χωρίζεται σε πλεονασματικές και ελλειμματικές χώρες, που δεν διαθέτει μακροπρόθεσμη στρατηγική ή κατάλληλα θεσμικά εργαλεία για να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά κρίσεις. Μια Ευρωζώνη, επομένως, ευάλωτη στις νεοφιλελεύθερες ιδεοληψίες και στα κελεύσματα του κυρίαρχου χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου και της κας Μέρκελ.
γ) σ’ ένα σημαντικό έλλειμμα δημοκρατίας και κοινωνικής και πολιτικής αντιπροσώπευσης τόσο στην Ελλάδα όσο και στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη που διευρύνθηκε καθώς, κατ’ όνομα προοδευτικές πολιτικές ηγεσίες, αποκόπηκαν από τη λαϊκή τους βάση, εναγκαλίσθηκαν την κυρίαρχη νεοφιλελεύθερη ιδεολογία και συχνά γεύτηκαν το μέλι που τους προσέφεραν κυρίαρχες ελίτ και ένα κλειστό κύκλωμα παραεξουσίας.
Αποτέλεσμα της συστημικής αυτής κρίσης υπήρξε τόσο το ξέσπασμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης το 2007 όσο και η επιβολή της πολιτικής της λιτότητας και της εσωτερικής υποτίμησης στην Ευρώπη από το 2009 . Το μείγμα πολιτικής που επεβλήθη από τις κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις , την Τροικα και το ΔΝΤ, δεν ήταν μόνο αποτέλεσμα νεοφιλελεύθερων ιδεοληψιών, αλλά αποτέλεσμα της επικυριαρχίας στο πολιτικό σύστημα δυνάμεων που επηρεάζονται αν όχι εκπροσωπούν κυρίαρχα οικονομικά συμφέροντα .
Δύο παραδειγματα αρκούν. Το χρηματοπιστωτικό σύστημα, μετά την κατάρρευση της φούσκας των ακινήτων στις ΗΠΑ, βρέθηκε στο στόχαστρο όλων των Δυτικών κοινωνιών. Τι έκανε; Αντεπιτέθηκε. Εβαλε εκείνο στο στόχαστρο κράτη και κοινωνίες ακόμα και αυτούς που το είχαν στηρίξει. Μέσω συμμαχιών με ηγετικές πολιτικές δυνάμεις, περιόρισε στο ελάχιστο τις ζημιές του, διασφαλίζοντας στήριξη και σημαντικές αποζημιώσεις. Το Ευρωπαϊκό χρηματοπιστωτικό σύστημα ξεφορτώθηκε ελληνικά ομόλογα αξίας 130 δις σε δύο μόλις χρόνια και μόνο όταν η διαδικασία αυτή ολοκληρώθηκε, προωθήθηκε η πρώτη απόφαση για αναδιάρθρωση του Ελληνικού χρέους τον Οκτώβριο του 2011. Και η αναδιάρθρωση συνοδεύτηκε με ανακεφαλαιοποίηση από δημόσιους πόρους, αντίθετα απ’ ό,τι έγινε για ιδιώτες ή ΝΠΔΔ που είχαν την κακή τύχη να εμπιστευθούν το δημόσιο και να επενδύσουν σε Ελληνικά ομόλογα και να χάσουν τη μισή τους περιουσία.
Δεν είναι επίσης τυχαίο ότι παρά τα αρνητικά αποτελέσματα της ακολουθούμενης πολιτικής της βίαιης λιτότητας, αυτή όχι μόνο συνεχίσθηκε αμείωτη αλλά το πεδίο εφαρμογής της διευρύνθηκε γρήγορα από τον δημόσιο στον ιδιωτικό τομέα, με κύριο στόχο την κατάργηση συλλογικών διαπραγματεύσεων, των συλλογικών συμβάσεων, των εργασιακών δικαιωμάτων και του Ευρωπαικού κοινοτικού κεκτημένου, παράλληλα με την πίεση για ιδωτικοποιήσεις fast track. Δημιουργoύνται μ’ αυτό τον τρόπο οι προϋποθέσεις για μια τεράστια αναδιανομή πόρων από τους Ευρωπαίους φορολογούμενους στο Ευρωπαϊκό χρηματοπιστωτικό σύστημα και τίθενται τα θεμέλια για μια ζώνη ευρώ φθηνής εργασίας όπου Ευρωπαικές, κυρίως Γερμανικές πολυεθνικές επιχειρήσεις που δανείζονται με πολύ χαμηλά επιτόκια ,θα αποκομίζουν μεγαλύτερα κέρδη αφού πρώτα αγοράσουν περιουσιακά στοιχεία σε εξευτελιστικές τιμές.
Η συστημική αυτή κρίση έπληξε την Ελλάδα σε μια περίοδο που είχε ήδη εγκλωβιστεί, από τα μέσα της δεκαετίας του 1980, σε μια δική της παγίδα, την παγίδα παραγωγικής αποσάθρωσης. Μια Ελλάδα που στο όνομα του εκσυγχρονισμού είχε βάλει σε δεύτερη προτεραιότητα το πιεστικό αίτημα για παραγωγική αναδιάρθρωση, για αναβάθμιση των ανταγωνιστικών της πλεονεκτημάτων, για αύξηση της προστιθέμενης αξίας, για δημιουργία θέσεων εργασίας. Επομένως, για την Ελλάδα, πρέπει να ληφθούν υπόψη και οι δυο διαστάσεις της κρίσης: η γενικότερη Ευρωπαϊκή, αν όχι παγκόσμια συστημική κρίση, και η Ελληνική διάστασή της, δηλαδή η κρίση του παραγωγικού ελλείμματος και της παραγωγικής αποσάθρωσης.
Δεύτερο συμπέρασμα: υπήρξε πλήρης ταύτιση απόψεων ότι το πρόγραμμα αυτό όχι μόνο εξαθλιώνει χιλιάδες νοικοκυριά και επιχειρήσεις αλλά ότι ακυρώνει αντί να επισπεύδει την έξοδο της χώρας από την κρίση . Bυθίζει την οικονομία σε ακόμα μεγαλύτερη ύφεση, πάγωμα πληρωμών, αδυναμία εξυπηρέτησης οφειλών και διεύρυνση των δανειακών μας υποχρεώσεων. Το φάρμακο αυτό πραγματικά σκοτώνει.
Τρίτο συμπέρασμα: υπήρξε σύγκλιση απόψεων και ως προς τις βασικές συνιστώσες μιας εναλλακτικής στρατηγικής και πορείας. Μιας πορείας που δεν θα είναι εύκολη αλλά θα απαιτήσει πολλή δουλειά, ρήξεις με αντιλήψεις και πρακτικές του χθες και πολυεπίπεδες συνεργασίες τόσο σε εθνικό όσο και σε Ευρωπαϊκό κι διεθνές επίπεδο. Μια εναλλακτική πορεία όμως που θα δώσει διέξοδο, ελπίδα και αναπτυξιακή προοπτική. Μια εναλλακτική πορεία που θα κατοχυρώνει αντί να καταπατά βασικά κοινωνικά δικαιώματα, θα εξασφαλίζει ένα δίχτυ στοιχειώδους ασφάλειας και αξιοπρεπούς διαβίωσης, αντί να παράγει φτώχεια και ανισότητες και θα διευρύνει τους συμμετοχικούς δημοκρατικούς θεσμούς, αντί να τους αποδυναμώνει και να τους απαξιώνει.
Αν όλοι πιστεύουμε, φίλες και φίλοι, ότι πρέπει να συγκροτηθεί ένα κοινωνικό μέτωπο ανατροπής, είναι αναγκαίο, όπως υπενίχθηκαν χθες και σήμερα πολλοί ομιλητές , να γίνουν ορατές και αξιόπιστες οι διαχωριστικές γραμμές, ανάμεσα στην ακολουθούμενη και την εναλλακτική στρατηγική, ανάμεσα σε μια νεοφιλελεύθερη ή δεξιά πρόταση και σε μια πραγματικά προοδευτική , Αριστερή πρόταση . Ποιες είναι τελικά αυτές οι διαχωριστικές γραμμές;
Πρώτον: είπαν χθες ο Γιάννης Δραγασάκης και σήμερα ο Χάρης Καστανίδης, η υπεράσπιση και προάσπιση της δημοκρατίας αποτελεί προϋπόθεση για έξοδο από την κρίση. Μια δημοκρατία που θα προάγει τη διαφάνεια και τους συμμετοχικούς θεσμούς, θα ενισχύει λαϊκές πρωτοβουλίες, θα εκσυγχρονίζει και αναβαθμίζει τη λειτουργία της Βουλής και της Δικαιοσύνης, θα σπάει τα κλειστά δίκτυα επιρροής εξωθεσμικών παραγόντων στην άσκηση πολιτικής. Πάνω απ΄ όλα, μια δημοκρατία που θα κρατά ανοικτές τις πόρτες και τα παράθυρα για τους πολίτες ώστε να αισθάνονται ότι τους ανήκει. Μόνο τότε θα είναι δυνατή η κινητοποίηση παραγωγικών δυνάμεων, η αξιοποίηση ανθρώπινου δυναμικού, η αύξηση της παραγωγικότητας, η προώθηση μεταρρυθμίσεων.
Δεύτερον: η κοινωνική πολιτική δεν αποτελεί «φιλανθρωπία». Αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι μιας αναπτυξιακής και οικονομικής πολιτικής που διευρύνει τις ευκαιρίες για όλους, δημιουργεί πλούτο, προστιθέμενη αξία και θέσεις εργασίας αλλά και κατοχυρώνει βασικά κοινωνικά δικαιώματα με πρώτο και πιο σημαντικό το δικαίωμα στην εργασία. Η κατοχύρωση αυτού του δικαιώματος, του δικαιώματος στην εργασία, προάγει και τα άλλα βασικά δικαιώματα δηλαδή το δικαίωμα σ’ ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης και σε ισότιμη, ανοικτή πρόσβαση στην ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και στην εκπαίδευση. Δεν μπορεί να υπάρξει εναλλακτική προοδευτική στρατηγική αν δεν προταχθεί, ως αναφαίρετο κοινωνικό δικαίωμα, το δικαίωμα στην εργασία.
Τρίτον: η αγορά πρέπει να υποταχθεί στη δημοκρατία και όχι η δημοκρατία στην αγορά. Επιβάλλεται επομένως η ισχυροποίηση και αναμόρφωση της δημοκρατίας απέναντι στις αγορές. Αυτό σημαίνει μεταξύ άλλων ενίσχυση της διαπραγματευτικής δύναμης του εργαζόμενου, του καταναλωτή, του δανειολήπτη στην αγορά εργασίας, προϊόντων, κεφαλαίου, δηλαδή ενίσχυση και όχι αποδόμηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων, ισχυροποίηση και αναμόρφωση και όχι απαξίωση συλλογικοτήτων, όπως του συνδικαλιστικού, του καταναλωτικού και του συνεταιριστικού κινήματος.
Τέταρτο συμπέρασμα: υπήρξε σύγκλιση απόψεων και ως προς τις προτεραιότητες μιας εναλλακτικής βιώσιμης στρατηγικής οικονομικής ανασύνταξης για έξοδο της χώρας από την κρίση. Μιας στρατηγικής που θα θέτει ως προτεραιότητα την έξοδο της χώρας από το παραγωγικό έλλειμμα και την παραγωγική αποσάθρωση.
Φίλες και φίλοι,
Το ζήτημα της “ανάπτυξης” είναι βαθύτατα πολιτικό. Ανάπτυξη δεν είναι η αύξηση του εισοδήματος που επιτυγχάνεται από κερδοσκοπικές δραστηριότητες, αγοραπωλησίες τίτλων στις αγορές ή στο χρηματιστήριο, υπερτιμολογήσεις προϊόντων και υπηρεσιών, αύξηση της κατανάλωσης που χρηματοδοτείται από δανεικά. Ανάπτυξη υπάρχει μόνο όταν υπάρχει διεύρυνση της εγχώριας παραγωγής και παραγωγική αναδιάρθρωση, τεχνολογικός μετασχηματισμός, καινοτομία και μάλιστα προς εμπορεύσιμα, ποιοτικά προϊόντα και υπηρεσίες για τα οποία υπάρχει ζήτηση, όπως μας επεσήμανε ο Κώστας Γάτσιος.
Η παραγωγική αναδιάρθρωση δεν επιτυγχάνεται με νομοθετήματα και υπουργικές αποφάσεις, από πάνω προς τα κάτω. Προϋποθέτει την ύπαρξη ενός μακρόπνοου Εθνικού Προγράμματος Ανασύνταξης σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο που θα θέτει όχι μόνο κατευθύνσεις αλλά και μετρήσιμους στόχους σε βάθος χρόνου. Απαιτεί όμως την κινητοποίηση τοπικών αναπτυξιακών δυνάμεων που σήμερα παραμένουν αδρανοποιημένες, μέσω μιας διαδικασίας δημοκρατικού προγραμματισμού.
Προϋποθέτει επίσης σημαντικές τομές στο φορολογικό σύστημα, στο θεσμικό περιβάλλον που διέπει την επιχειρηματικότητα και στο πλαίσιο ανταγωνισμού, ώστε να ανοίξουν οι αγορές που παραμένουν κλειστές, να σπάσουν τα καρτέλ και να υπάρξει επιτέλους ένα απλό, ένα φιλικό και σταθερό θεσμικό πλαίσιο για επενδύσεις, ανάπτυξη και λειτουργία επιχειρηματικών δραστηριοτήτων.
Ποιος θα επενδύσει όταν για ένα μικρό έργο αφαλάτωσης στη Χάλκη απαιτήθηκαν 2 Υπουργικές Αποφάσεις, 2 Κοινές Υπουργικές Αποφάσεις, 38 Διοικητικές Αποφάσεις ενώ η τελευταία απόφαση του τμήματος Βιομηχανικής Ανάπτυξης της Περιφέρειας Ν. Αιγαίου έκανε αναφορά σε 87 Φύλλα Κυβέρνησης; Η απλούστευση διαδικασιών αδειοδότησης και λειτουργίας των επιχειρήσεων, η θεσμική επαναρρύθμιση αποτελεί το κυριότερο ζητούμενο για την στήριξη των επενδύσεων.
Η αναδιάρθρωση και διεύρυνση της παραγωγικής βάσης απαιτεί, επίσης, την ύπαρξη σύγχρονων μηχανισμών και εργαλείων διοχέτευσης ρευστότητας στην πραγματική οικονομία, αναπτυξιακής χρηματοδότησης και μικροπιστώσεων. Αυτό επιβάλλει τη δημιουργία ενός “ισχυρού τραπεζικού πυλώνα δημοσίου συμφέροντος” για να υπάρξει ανταγωνισμός, προστασία καταναλωτών αλλά κυρίως διοχέτευση πόρων στην πραγματική οικονομία που στην ελληνική πραγματικότητα αποτελείται από μικρές επιχειρήσεις. Αυτό αποτελεί άμεση προτεραιότητα. Όπως σωστά επεσήμανε ο Δ. Παπαδημητρίου οι ΗΠΑ χρησιμοποίησαν “τη μεγάλη τους τράπεζα” για να αντιμετωπίσουν την κρίση. Στη χώρα μας πρέπει να εγγυηθούμε ότι οι παραγωγικές και εξαγωγικές επιχειρήσεις έχουν πρόσβαση σε χρηματοδότηση Μπορεί αυτή να εξασφαλισθεί με τη δημιουργία ενός Ειδικού Ταμείου Ρευστότητας που θα αντλεί πόρους, μεταξύ άλλων, από την επιβολή ποσοστού παρακράτησης επί των δημοσίων πόρων που διατίθενται για την ανακεφαλαιοποίηση τραπεζών.
Απαιτεί, τέλος, απεγκλωβισμό από ιδεοληψίες του παρελθόντος, ιδεοληψίες που όλοι μας κουβαλάμε: ότι η επιχειρηματικότητα εξισώνεται αναγκαστικά με την κερδοσκοπία, ότι οι ιδιωτικοποιήσεις αποτελούν πανάκεια, ότι η λειτουργία δημόσιων επιχειρήσεων εγγυάται αυτόματα την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος. Η εμπειρία των τελευταίων δεκαετιών, τόσο διεθνώς όσο και στην Ελλάδα, έχει οδηγήσει στην κατάρρευση αυτών των μύθων.
Η αναδιάρθρωση της παραγωγικής βάσης, δεν μπορεί όμως να επιτευχθεί όταν η χώρα βρίσκεται εγκλωβισμένη στη διπλή παγίδα της χρεοκοπίας και της λιτότητας. Κανένας δεν διακινδυνεύει να επενδύσει όταν γνωρίζει ότι, τα επόμενα χρόνια, τα ετήσια έσοδα δεν επαρκούν για την εξυπηρέτηση του χρέους και ότι η οικονομία βρίσκεται σε βαθειά ύφεση.
Επομένως, δύο βασικές συνιστώσες της εναλλακτικής στρατηγικής οικονομικής ανασύνταξης αποτελούν: α) η μείωση του σωρευμένου χρέους και η «εισαγωγή ρήτρας ανάπτυξης» με δημοσιονομική αναδόμηση καθώς και β) η ανατροπή του δόγματος Μέρκελ, δηλαδή της πολιτικής της βίαιης λιτότητας, της ύφεσης και της αδιέξοδης και καταστροφικής εσωτερικής υποτίμησης.
Δημοσιονομική προσαρμογή δεν μπορεί να επιτευχθεί με μείωση μισθών και συντάξεων, επιβολή υπέρογκων έμμεσων φόρων, συμπεριλαμβανομένου και υψηλού ΦΠΑ, ούτε με την ουσιαστική δήμευση περιουσίας μέσω επιβολής εξοντωτικής φορολογίας στα ακίνητα. Η απαραίτητη δημοσιονομική προσαρμογή μπορεί να γίνει με τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης, την πάταξη της φοροδιαφυγής και του λαθρεμπορίου, την ηλεκτρονική διασύνδεση όλων των οικονομικών υπηρεσιών και βάσεων δεδομένων, την αναμόρφωση της φορολογικής διοίκησης. Μπορεί να γίνει και με αυστηρή εφαρμογή προϋπολογισμού προγραμμάτων και υπηρεσιών για όλους τους φορείς της Γενικής Κυβέρνησης
Παράλληλα πρέπει να στηριχθεί η αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών, να κινηθεί η αγορά, να μειωθεί η ανεργία. Μόνο τότε θα υπάρξουν φορολογικά έσοδα και εισφορές στα ασφαλιστικά ταμεία. Αυτό μπορεί να γίνει, σε πρώτη φάση, και ευνοϊκή ρύθμιση δανείων για καταναλωτές και επιχειρήσεις, με την καταπολέμηση αδιαφανών και αθέμιτων πρακτικών στην τιμολόγηση προϊόντων και υπηρεσιών. Κυρίως όμως μπορεί να επιτευχθεί με την προώθηση από το κράτος, που θα λειτουργεί ως Εργοδότης Ύστατης Προσφυγής, ενός προγράμματος δημιουργίας θέσεων κοινωφελούς εργασίας, χρηματοδοτούμενο από το ΕΣΠΑ, δηλαδή ενός “Προγράμματος Αλληλέγγυας Εργασίας”, όπως το ανέπτυξε η Ράνια Αντωνοπούλου.
Σταδιακά θα πρέπει να υπάρξει αποκατάσταση των χαμηλών συντάξεων, αλλά και βελτίωση μισθών και εισοδημάτων, στο μεν δημόσιο τομέα στη βάση ενός σύγχρονου μισθολογίου και στον ιδιωτικό στη βάση της εξέλιξης της παραγωγικότητας, ιδιαίτερα στον εμπορεύσιμο τομέα της οικονομίας.
Πέμπτο συμπέρασμα: υπάρχει ουσιαστική σύγκλιση απόψεων για μια ριζοσπαστική θεσμική επαναρρύθμιση και επαναθέσπιση των πυλώνων της αντιπροσωπευτικής μας δημοκρατίας, δηλαδή της Βουλής και της Δικαιοσύνης με χειραφέτηση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και υλοποίηση μιας φιλόδοξης διοικητικής μεταρρύθμισης.
Το σημερινό σύστημα δεν μπορεί πλέον να διοικηθεί, πόσο μάλλον να παράγει αποτελέσματα: Τα 15 σημερινά Υπουργεία εξασκούν 23.142 αρμοδιότητες, ενώ δομούνται σε 149 Γενικές διευθύνσεις, 886 Διευθύνεις και 3720 Τμήματα. Υπάρχουν 6500 Κώδικες στον προϋπολογισμό, 7445 μέλη διοικητικών συμβουλίων και 14 διαφορετικοί τρόποι για πρόσληψη στη δημόσιο.
Κοινωνικό Μέτωπο και Συμπαράταξη Δυνάμεων
Πώς αυτά τα συμπεράσματα, που συγκροτούν τη βάση μιας εναλλακτικής, προοδευτικής στρατηγικής, μπορούν να αποτελέσουν όπλα στη φαρέτρα μας για τη συγκρότηση ενός κοινωνικού μετώπου ανατροπής; Η κατάσταση είναι δραματική. Μπορούμε να βάλουμε φρένο σ’ αυτό τον κατήφορο; Πιστεύω ότι μπορούμε.
Πρώτον αν αποδομηθεί η προπαγάνδα ότι η ακολουθούμενη πολιτική αποτελεί μονόδρομο. Ότι δεν υπάρχει αξιόπιστη εναλλακτική πρόταση. Το διήμερο αυτό απέδειξε το αντίθετο: υπάρχει εναλλακτική και υπάρχουν αξιόλογοι άνθρωποι που μπορούν να την αναπτύξουν και να την τεκμηριώσουν. Πρέπει όμως να οργανωθούμε αποτελεσματικά ώστε να πεισθεί ο κόσμος για αυτό. Γιατί οι μηχανισμοί προπαγάνδας δουλεύουν ασταμάτητα. Ας γίνει η σύναξη αυτή σήμερα στη Αθήνα, η αφετηρία μιας σειράς παρόμοιων εκδηλώσεων σε όλη την Ελλάδα που θα κινητοποιήσουν κόσμο, θα εμπλουτίσουν το περιεχόμενο της εναλλακτικής πολιτικής πρότασης που αναπτύχθηκε και θα διευκολύνουν τη δημιουργία ενός ριζοσπαστικού κοινωνικού μετώπου ανατροπής. Για το σκοπό αυτό θα μπορούσε να δημιουργηθεί ένα κεντρικό συντονιστικό σχήμα που θα οργανώσει παρόμοιες εκδηλώσεις σε όλη την Ελλάδα, με την υποστήριξη και των δύο Ινστιτούτων που πήραν αυτήν την πρωτοβουλία.
Χρειάζεται όμως ένα δεύτερο βήμα: Να δοθεί ένα ξεκάθαρο πολιτικό στίγμα ότι η εναλλακτική αυτή πρόταση μπορεί να αποτελέσει τη βάση για μια προγραμματική συμφωνία αριστερών, οικολογικών, σοσιαλιστικών και προοδευτικών δυνάμεων για την ανατροπή της ακολουθούμενης αδιέξοδης μνημονιακής πολιτικής. Το κοινωνικό μέτωπο χρειάζεται πολιτική έκφραση.
Πιστεύω ακράδαντα ότι επείγει η συγκρότηση μιας πολιτικής συμπαράταξης προσώπων, προσωπικοτήτων, δικτύων και κομμάτων που προέρχονται από διαφορετικές ιδεολογικές αφετηρίες, διαδρομές και βιώματα, που διατηρούν την αυτοτέλειά τους, αλλά ενώνουν τις δυνάμεις τους στη βάση μιας ελάχιστης προγραμματικής συμφωνίας. “Ένας μεγάλος αστερισμός δυνάμεων” όπως είπε ο Αλέξης Τσίπρας που δεν θα χάσει την αυθεντικότητά του γιατί θα έχει υπάρξει εκ των προτέρων ο απαραίτητος διάλογος, η αντιπαράθεση και η σύνθεση απόψεων. Η συγκρότηση μιας τέτοιας πολιτικής συμπαράταξης θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις, ώστε το κοινωνικό κίνημα ανατροπής να αποκτήσει αξιόπιστη κυβερνητική προοπτική, κυβερνησιμότητα.
Θα ανατρέψει την στατική αριθμητική του χθες. Θα δώσει φωνή σε περιθωριοποιημένα στρώματα και πολιτική έκφραση σε μεσαία στρώματα που βιώνουν τη «φτωχοποίηση» τους, αλλά μένουν χωρίς πολιτική αντιπροσώπευση.
Θα διευρύνει σημαντικά τη διαπραγματευτική μας δύναμη σε σχέση με τους πιστωτές μας. Γιατί θα υπάρξει επιτυχής έκβαση στις διαπραγματεύσεις μόνο αν οι πιστωτές μας γνωρίζουν πως από την άλλη μεριά του τραπεζιού υπάρχει μια αποφασισμένη ομάδα με ξεκάθαρη εντολή ανατροπής της ακολουθούμενης πολιτικής. Θα συμβάλει επίσης στην ανάκτηση της εθνικής κυριαρχίας στις διαπραγματεύσεις για τα εθνικά μας θέματα που είναι πιο φλέγοντα από ποτέ.
Θα αναπτερώσει το συλλογικό μας φρόνημα καθώς θα μας επιτρέψει ν’ αποτινάξουμε το φοβικό σύνδρομο ενός ηττημένου λαού που δεν διεκδικεί τίποτα. αλλά υποτάσσεται στα κελεύσματα και τα συμφέροντα τρίτων υπό την απειλή εκβιαστικών διλημμάτων.
Θα συμβάλει στην αποκατάσταση της αξιοπιστίας του πολιτικού συστήματος καθώς θα ενισχύσει τη δυνατότητα του να συγκρουστεί με κλειστά κυκλώματα πολιτικής επιρροής και εξουσίας, ενισχύοντας τη διαφάνεια και τον εκδημοκρατισμό της οικονομίας και της πολιτικής.
Αγαπητοί φίλοι και φίλες,
Γνωρίζω ότι υπάρχουν ακόμα διαφορές μεταξύ μας. Δεν είμαι αιθεροβάμων. Όλοι όμως καλούμεθα να κάνουμε υπερβάσεις. Να αφήσουμε πίσω τον εγκλωβισμό μας στα όρια του γνώριμου περίγυρού μας. Καλούμεθα να αποφασίσουμε να δράσουμε συλλογικά και ανατρεπτικά. Ας στείλουμε ένα ξεκάθαρο μήνυμα προς όλες τις κατευθύνσεις: είμαστε αποφασισμένοι ν’ αγωνιστούμε για να υπάρξει διεκδίκηση και ανατροπή. Μια ανατροπή που θα επαναφέρει την αξιοπρέπεια, την ελπίδα και το χαμόγελο στα χείλη μας.