ΚΟΜΜΑ - ΙΔΡΥΤΙΚΗ ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ

«Η ίδρυση της «Κοινωνικής Συμφωνίας» είναι αποτέλεσμα των ριζικών μεταβολών που συντελούνται στην κοινωνική και οικονομική συγκρότηση της χώρας, καθώς και στη λειτουργία των θεσμών και του πολιτικού συστήματος.»

«Για τις προοδευτικές δυνάμεις, η κοινωνία και η δημοκρατία είναι υπεράνω των αγορών. Ο Ελληνικός Λαός πάνω από τους κερδοσκόπους και τα παιχνίδια τους. Οι αγορές είναι ένα εργαλείο στα χέρια της κοινωνίας και της δημοκρατίας για την επίτευξη κοινωνικών και οικονομικών στόχων.»

«Επιτακτικός  στόχος της πολιτικής μας, κάτω από τις σημερινές συνθήκες, αποτελεί η έξοδος της χώρας μας από την κρίση, με την εφαρμογή ενός Εθνικού Σχεδίου Οικονομικής Ανασυγκρότησης


  • Η ανάγκη ίδρυσης της "Κοινωνικής Συμφωνίας"



Η ίδρυση της «Κοινωνικής Συμφωνίας» είναι αποτέλεσμα των ριζικών μεταβολών που συντελούνται στην κοινωνική και οικονομική συγκρότηση της χώρας, καθώς και στη λειτουργία των θεσμών και του πολιτικού συστήματος.

Οι συντελούμενες αλλαγές οφείλονται στην κρίση του διεθνοποιημένου καπιταλισμού, που πήρε τη μορφή οξείας κρίσης του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος.

Στην ελληνική της εκδοχή, η ανεξέλεγκτη χρηματοπιστωτική κρίση πήρε τα χαρακτηριστικά μιας πρωτοφανούς κρίσης εμπιστοσύνης στη δυνατότητα αποπληρωμής του συσσωρευμένου χρέους, με αποτέλεσμα να εκδηλωθεί πλήρης αδυναμία δανεισμού της χώρας από τις διεθνείς κεφαλαιαγορές. Το παραγωγικό έλλειμμα της χώρας, οι διαρθρωτικές της ανισορροπίες, η αδυναμία του κράτους να υποστηρίξει αναπτυξιακές πολιτικές και ο απόλυτος δημοσιονομικός εκτροχιασμός στον οποίο οδήγησε η κυβέρνηση Καραμανλή, ανέδειξαν την Ελλάδα, στο τέλος του 2009, ως τον αδύναμο κρίκο της Ευρωπαϊκής οικονομίας.

Σε συνθήκες πιστωτικής ασφυξίας που επέβαλαν οι διεθνείς αγορές, η νεοεκλεγείσα κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ αναγκάστηκε να οδηγηθεί σε καθεστώς διεθνούς οικονομικής επιτήρησης. Με την υπογραφή του πρώτου Μνημονίου, η χώρα  εξασφάλισε μεν τη χρηματοδότηση των τρεχουσών αναγκών της, αναγκάστηκε όμως να επιβάλει  έκτακτα μέτρα βίαιης δημοσιονομικής προσαρμογής.

Η εμμονή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της συντηρητικής Ευρώπης σε ακραίες νεοφιλελεύθερες ιδέες για την αντιμετώπιση του ελληνικού προβλήματος, βύθισε την ελληνική οικονομία σε βαθιά ύφεση, διόγκωσε την ανεργία και τις κοινωνικές ανισότητες και οδήγησε σε αδυναμία του συστήματος ν’ ανταποκριθεί στις επιπτώσεις της κρίσης, ακόμη και στον κίνδυνο της πτώχευσης.

Η πολιτική της «εσωτερικής υποτίμησης», που επέβαλαν οι δανειστές μας και ενστερνίστηκε η Κυβερνητική πλειοψηφία, οδήγησε στη δραματική μείωση μισθών και συντάξεων, στη  συμπίεση της μεσαίας τάξης και των μικροαστικών στρωμάτων, και στην κατάρρευση της αξίας κινητών και ακίνητων περιουσιακών στοιχείων. Συντελέστηκε, έτσι, μια πρωτοφανής αναδιανομή εισοδήματος στην Ελλάδα, που διασπά  την κοινωνική συνοχή και  υπονομεύει τη δημοκρατία.  

Έναντι της πολιτικής των δανειστών, η χώρα εξ’ αρχής βρέθηκε χωρίς εθνική στρατηγική εξόδου από την κρίση και σχέδιο διαπραγμάτευσης. Υπό την πίεση του χρόνου, η Κυβέρνηση δέχθηκε τις επιταγές της «Τρόικας».

Από την πρώτη στιγμή που η χώρα μας χρειάστηκε να προστρέξει  σε διεθνή βοήθεια για να μη χρεοκοπήσει,στο εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ αναδείχθηκε η αντιπαράθεση δύο ρευμάτων σκέψης, ήδη διαμορφωμένων από παλιά. Το ένα ρεύμα, που αποδέχθηκε νεοφιλελεύθερες ιδέες και συνταγές, δήλωνε απόλυτη προσήλωση στην πολιτική που υπαγόρευε η τριμερής οικονομική επιτήρηση, δηλαδή στη βίαιη δημοσιονομική, οικονομική και κοινωνική αναδιάρθρωση. Το «κοινωνικό» ρεύμα υποστήριζε, στο πλαίσιο ενός εθνικού σχεδίου ανασυγκρότησης, ότι η διάσωση της χώρας εντός του ευρώ απαιτεί μεν δημοσιονομική προσαρμογή  και βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, αλλά με  εξασφάλιση  της αναπτυξιακής  δυναμικής  και της κοινωνικής δικαιοσύνης.

Η σύγκρουση των δύο ρευμάτων ήταν συνεχής, άλλοτε φανερή και άλλοτε υπόγεια. Στην κυβερνητική πρακτική κυριάρχησε το πρώτο. Η σύγκρουση κορυφώθηκε, όταν η Κυβέρνηση Συνεργασίας έφερε προς ψήφιση στη Βουλή  το δεύτερο Μνημόνιο.

Ενώ η ελληνική οικονομία βρισκόταν ήδη σε βαθιά ύφεση και η ανεργία στα ύψη, η χώρα δεσμεύτηκε, με τη διαδικασία του κατεπείγοντος, χωρίς να αποφασίσουν δημοκρατικά τα συλλογικά κομματικά όργανα των κυβερνητικών κομμάτων, να επιβάλει πρόσθετες περικοπές μισθών και συντάξεων, μείωση κατώτατων μισθών και αποδυνάμωση των συλλογικών διαπραγματεύσεων, αποδόμηση του κοινωνικού κράτους, μείωση του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων χωρίς καμία πρόβλεψη για την άσκηση αναπτυξιακής πολιτικής, παροχή φορολογικών απαλλαγών στο τραπεζικό σύστημα, παράλληλα με την φορολογική επιβάρυνση των μεσαίων και ασθενέστερων οικονομικά τάξεων.

Με τις δεσμεύσεις που επιβλήθηκαν, η συλλογική αυτονομία των κοινωνικών οργανώσεων και κινημάτων και οι σχετικές με αυτήν συνταγματικές διατάξεις και ευρωπαϊκές συνθήκες καταστρατηγήθηκαν. Μαζί τους καταργήθηκαν οι Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας και το εργατικό δίκαιο που τις διέπει.

Περιορίστηκε η εθνική κυριαρχία της χώρας μας, καθώς το κράτος παραιτήθηκε, όπως και η Τράπεζα της Ελλάδος, από το καθεστώς ασυλίας  έναντι κατασχέσεων περιουσιακών στοιχείων.  

Η σύγκρουση αυτή   οδήγησε πολλούς από το κοινωνικό, κεντροαριστερό ρεύμα στην οριστική ρήξη και στην απόφαση να συμπράξουμε με  πολίτες που ασπάζονται τις ίδιες αρχές και αξίες  στο πλαίσιο ενός νέου ελπιδοφόρου Κινήματος: της «Κοινωνικής Συμφωνίας».

Η ίδρυση της «Κοινωνικής Συμφωνίας» φιλοδοξεί να καλύψει το διαπιστωμένο πολιτικό κενό που χαρακτηρίζεται  από την  αδυναμία των υπαρχόντων πολιτικών σχηματισμών να προτείνουν και να δρομολογήσουν αξιόπιστες λύσεις για την έξοδο της χώρας από την κρίση. Οι πολιτικοί σχηματισμοί δεν μπορούν  να αναστείλουν την προϊούσα αμφισβήτηση των αντιπροσωπευτικών θεσμών της Ελληνικής Δημοκρατίας και να απαντήσουν στην αγωνία της μεγάλης πλειοψηφίας των Ελλήνων, ιδιαίτερα των νέων, για το μέλλον της πατρίδας τους.

Φιλοδοξούμε ν’ απαντήσουμε στο αίτημα της κοινωνίας να εκφραστεί  μέσα από νέου τύπου  ανοιχτά και  δημοκρατικά σχήματα και να ανταποκριθούμε στο παλλαϊκό αίτημα για τη διατύπωση μιας ρεαλιστικής και συγχρόνως ριζοσπαστικής πολιτικής εξόδου από την πολύμορφη κρίση που μαστίζει την Ελλάδα.

Δεσμευόμαστε να υπηρετήσουμε μια προοδευτική πολιτική πρόταση που θα θέσει στο επίκεντρο της την προστασία του εθνικού και δημοσίου συμφέροντος, που θα προάγει την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, τη δημιουργία θέσεων εργασίας,  την  κοινωνική δικαιοσύνη, την κοινωνική συνοχή και αλληλεγγύη. Μια πολιτική εθνικής αξιοπρέπειας.

Καλούμε όλους να συνυπογράψουμε μια αξιόπιστη, προοδευτική, Κοινωνική Συμφωνία. Για την Ελλάδα. Στην Ευρώπη.


Οι ιδεολογικές και πολιτικές αρχές της "Κοινωνικής Συμφωνίας"

Οι ιδεολογικές αρχές μας ορίζονται από την ένταξη της  «Κοινωνικής Συμφωνίας» στην ευρωπαϊκή πολιτική παράδοση του δημοκρατικού σοσιαλισμού. Οι ιδεολογικές ρίζες της βρίσκονται στην παράδοση τουπολιτικού φιλελευθερισμού και στις κοινωνικές θεωρίες του σοσιαλισμού. Οι αξίες της συμπυκνώνονται στις έννοιες της ελευθερίας, της ισότητας, της δικαιοσύνης, της αλληλεγγύης και της εθνικής ανεξαρτησίας.

Η «Κοινωνική Συμφωνία» φιλοδοξεί να εκφράσει τις δημιουργικές κοινωνικές δυνάμεις της χώρας, της νέας γενιάς, και όλων όσων επιζητούν την πρόοδο με αξιοπρέπεια και με δικαιοσύνη. Ταυτόχρονα, θέλει να καταστεί η συνείδηση και η διαχρονική φωνή των πιο αδύναμων και  ευάλωτων κοινωνικών ομάδων.

Πιστεύουμε ότι, ενώ η συντηρητική ιδεολογία δεσμεύεται αποκλειστικά στο όνομα της ατομικής ελευθερίας, η προοδευτική ιδεολογία δεσμεύεται ταυτόχρονα στο όνομα και της ελευθερίας και της ισότητας. Ενώ η συντήρηση εκκλησιάζεται στην αγορά, η πρόοδος αξιοποιεί την αγορά, διανέμει δίκαια και προασπίζει δημόσια αγαθά και κοινωνικά δικαιώματα. Ενώ οι νεοφιλελεύθεροι ορκίζονται στον ελεύθερο ανταγωνισμό, οι προοδευτικοί μάχονται για την αλληλεγγύη, τη συλλογική οργάνωση και δράση. Ενώ οι συντηρητικοί προτάσσουν εκβιαστικά διλήμματα και καλλιεργούν την ανασφάλεια και τους φόβους, οι προοδευτικοί αναδεικνύουν την εμπιστοσύνη, τις θετικές προσδοκίες και  προοπτικές.

Πιστεύουμε ότι, οι οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες δεν είναι μόνον απότοκες της λειτουργίας του αχαλίνωτου καπιταλισμού, αλλά και συνέπεια ενός πολιτικού συστήματος στο οποίο οι ολιγαρχίες του πλούτου, τα κλειστά κυκλώματα εξουσίας και τα εξωθεσμικά κέντρα ασκούν υπέρμετρη επιρροή. Για την προοδευτική παράταξη η πολιτική είναι υπεράνω της οικονομίας και το δημόσιο συμφέρον υπεράνω των οικονομικών ελίτ.

Υποστηρίζουμε την προστασία των «δημόσιων αγαθών» τόσο στην παγκόσμια όσο και στην εγχώρια οικονομία. Η αγορά παράγει ανισότητες και αποδείχθηκε ακατάλληλος μηχανισμός για να διαχειρισθεί οικουμενικά ή σπάνια αγαθά, όπως είναι οι φυσικοί πόροι, ο αέρας, το νερό, η ασφάλεια. Το πεδίο των δημόσιων αγαθών δεν μπορεί παρά να είναι αντικείμενο υπεύθυνης κοινωνικής διαχείρισης  που στηρίζεται στην διαφάνεια και λογοδοσία.

Υποστηρίζουμε την εξεύρεση μιας νέας ισορροπίας μεταξύ οικονομίας και πολιτικής, δηλαδή μεταξύ οικονομίας και δημοκρατίας. Για τις προοδευτικές δυνάμεις, η κοινωνία και η δημοκρατία είναι υπεράνω των αγορών. Ο Ελληνικός Λαός πάνω από τους κερδοσκόπους και τα παιχνίδια τους. Οι αγορές είναι ένα εργαλείο στα χέρια της κοινωνίας και της δημοκρατίας για την επίτευξη κοινωνικών και οικονομικών στόχων.

Γνωρίζοντας ότι οι ουτοπίες του σήμερα είναι συνήθως οι πραγματικότητες του αύριο, κατανοούμε την ανάγκη να σχεδιάσουμε έγκαιρα την «Οικονομία του Ελεύθερου Χρόνου» ιδιαίτερα σε μια εποχή επαναστατικών τεχνολογιών,  αυτοματισμών και  γνώσης και σε μια κοινωνία που η δημογραφική γήρανση μεταβάλλει ραγδαία τα κοινωνικά δεδομένα. Το αναφαίρετο δικαίωμα στην εργασία πρέπει να συνδυαστεί με το δικαίωμα στον δημιουργικό  ελεύθερο χρόνο, στη βελτίωση των όρων και συνθηκών  εργασίας, στην κοινωνική προσφορά και δράση. Η τεχνολογία θα πρέπει να τεθεί στην υπηρεσία του ανθρώπου και της κοινωνίας και όχι των οικονομικών μεγαθηρίων και των ηγετικών ελίτ που επιτήδεια ενθυλακώνουν το πλεόνασμά της.

Ο νέος κοινωνικός συνασπισμός εξουσίας που θα στηρίξει μια προοδευτική διακυβέρνηση δεν μπορεί να σχηματιστεί απλώς με μοναδικό κριτήριο την ταξική θέση μιας κοινωνικής ομάδας στην κοινωνική οργάνωση της χώρας ή με την άθροιση ασαφών κλαδικών-ταξικών αναφορών. Ούτε αρκεί το κλαδικό προσκλητήριο που μέχρι τώρα απευθύνουν τα κόμματα.

Η «Κοινωνική Συμφωνία» οφείλει να εκφράσει και να συγκροτήσει μια νέα συμμαχία κοινωνικών δυνάμεων στη βάση κοινών αξιών και πολιτικών θέσεων. Η διαμόρφωση του νέου κοινωνικού συνασπισμού εξουσίας προϋποθέτει την αποδοχή, όχι κλαδικών αιτημάτων, αλλά συγκεκριμένων προγραμματικών δεσμεύσεων που θα αναπλάθουν τις  πλειοψηφίες και μειοψηφίες στο εσωτερικό των κοινωνικών δυνάμεων.

Για να πετύχουμε, πρέπει να μιλήσουμε στους πολίτες με απόλυτη ειλικρίνεια, μαθαίνοντας από τα λάθη της μεταπολιτευτικής ιστορίας. Να είμαστε αληθινοί με τον εαυτό μας για να μας αντιλαμβάνονται ως αληθινούς και οι άλλοι. Να εξοπλιστούμε με την ηθική της ευθύνης και να υποσχεθούμε ένα μέλλον φτιαγμένο, όχι από το υλικό των εύκολων και εφήμερων επιθυμιών, αλλά από το υλικό της υπερηφάνειας και της αξιοπρέπειας που γεννά η επίπονη δημιουργική  προσπάθεια.