Την Κυριακή 11 Ιανουαρίου 2015, δυο βδομάδες πριν τις εθνικές εκλογές, το «Βήμα» δημοσιεύει συνέντευξη της Λούκας Κατσέλη. Τίτλος της συνέντευξης ήταν : «Εμείς θα βάλουμε τους όρους της διαπραγμάτευσης, όχι οι Ευρωπαίοι».
Και πιο κάτω η απαραίτητη διευκρίνηση, απαντώντας σε σχετικό ερώτημα. «Η Ελλάδα δεν βρίσκεται με την πλάτη στον τοίχο, όπως ορισμένοι, με προεξάρχουσα την απερχόμενη κυβέρνηση, θέλουν να εμφανίσουν. Μια προοδευτική κυβέρνηση θα πρέπει να προσέλθει στη διαπραγμάτευση, προτάσσοντας ένα δικό της αξιόπιστο Εθνικό Σχέδιο Ανασυγκρότησης και τις πιθανές πηγές χρηματοδότησης στη βάση ρεαλιστικών εκτιμήσεων και χρηματοδοτικών σεναρίων. Οι δανειστές μας θα έχουν το βάρος της ευθύνης να αποδείξουν ότι αυτά που προτείνουμε είτε δεν γίνονται είτε δεν είναι ρεαλιστικά. Μόνο έτσι μπορούμε να προχωρήσουμε. Το δικό μας σοβαρό και ρεαλιστικό σχέδιο θα θέσει τους όρους της διαπραγμάτευσης».
Σήμερα εμείς κρίναμε ότι πρέπει να θυμηθούμε αυτή την συνέντευξη
Διαβάστε την συνέντευξη:
Οι όροι της διαπραγμάτευσης με την Ευρώπη θα τεθούν από μια κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και όχι από τους δανειστές, δηλώνει μιλώντας στο «Βήμα της Κυριακής» η πρώην υπουργός, συνεργαζόμενη σήμερα με το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης Λούκα Κατσέλη. Δεν αποκλείει πάντως το ενδεχόμενο δημοψηφίσματος, για το οποίο λέει ότι είναι «πολύ δυνατό όπλο» και δηλώνει ότι μετανιώνει που δεν αποχώρησε νωρίτερα από την κυβέρνηση του Γ. Παπανδρέου.
Κυρία Κατσέλη, ποια είναι η βάση της συνεργασίας σας με τον ΣΥΡΙΖΑ; Ο Αλ. Τσίπρας προσφάτως υποστήριξε ότι δεν διεκδικείτε κάποια θέση σε μια ενδεχόμενη κυβέρνησή του. Αληθεύει αυτό; Δεν θα σας ενδιέφερε μια θέση στην κεντρική ή σε άλλη τράπεζα; Ή μήπως προετοιμάζετε την ομάδα διαπραγμάτευσης;
«Προσωπικά έχω επιλέξει να μην είμαι υποψήφια. Στηρίζω όμως όσο μπορώ, με τις διεθνείς επαφές, τις προτάσεις και δραστηριότητές μου, την προσπάθεια να γίνει κατανοητή η αναγκαιότητα αλλαγής πολιτικής στην Ελλάδα και συνολικά στην Ευρώπη, η οποία δυστυχώς έχει εγκλωβιστεί σε έναν κύκλο ύφεσης και λιτότητας υιοθετώντας νεοφιλελεύθερες πολιτικές. Σε αυτή την προσπάθεια θα συνεχίσω να συμβάλλω χωρίς να μπαίνω σε καμία λογική προσωπικής "διεκδίκησης" ή "εξασφάλισης" κάποιας θέσης».
Παρά ταύτα, η εκλογική συνεργασία δεν προχώρησε, οι υποψήφιοί σας συνάντησαν αντιδράσεις και την Παρασκευή τους αποσύρατε από τα ψηφοδέλτια του ΣΥΡΙΖΑ. Συνεχίζετε να προσβλέπετε σε μια μετεκλογική συμμαχία;
«Ανεξάρτητα από αυτή την έκβαση, εμείς συνεχίζουμε να στηρίζουμε την προσπάθεια για τη δημιουργία ενός κοινωνικού μετώπου ανατροπής της σημερινής πολιτικής, στο πλευρό του ΣΥΡΙΖΑ».
Οι μαξιμαλιστικές αξιώσεις του ΣΥΡΙΖΑ τι περιθώρια συμβιβασμών αφήνουν; Σε μια διαπραγμάτευση κάτι διεκδικείς, κάτι παίρνεις, αλλά και κάτι δίνεις. Τι είναι διατεθειμένος ο ΣΥΡΙΖΑ να δώσει;
«Κατ' αρχάς το να αξιώνεις τη ριζική ανατροπή της πολιτικής της βίαιης λιτότητας και της εσωτερικής υποτίμησης, που το μόνο που κάνει είναι να οδηγεί έναν ολόκληρο λαό σε εξαθλίωση και να διογκώνει τα χρέη και την ανεργία, δεν είναι μαξιμαλισμός. Είναι στοιχειώδης υποχρέωση που τουλάχιστον κάθε παράταξη που προσδιορίζεται ως προοδευτική θα έπρεπε να επιδιώκει. Δεν είναι μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ που εκφράζει την άποψη αυτή. Σήμερα στην ΕΕ και διεθνώς αναπτύσσεται ένας έντονος προβληματισμός ενάντια στην ακολουθούμενη πολιτική. Αν δεν υπάρξει αλλαγή πολιτικής, σε λίγο δεν θα υπάρχει ευρωζώνη.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες, μια προοδευτική κυβέρνηση θα πρέπει να προσέλθει στη διαπραγμάτευση προτάσσοντας ένα δικό της αξιόπιστο εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης και τις πιθανές πηγές χρηματοδότησης στη βάση ρεαλιστικών εκτιμήσεων και χρηματοδοτικών σεναρίων. Με αυτόν τον τρόπο πολλά μπορεί να επιτευχθούν. Σίγουρα πολύ περισσότερα από όσα έχουν επιτευχθεί ως σήμερα από τη συγκυβέρνηση ΝΔ και ΠαΣοΚ».
Μήπως είναι υπερβολικές οι ελπίδες ότι οι δανειστές θα μεταβάλουν τη στάση τους και θα προσφέρουν στον Τσίπρα όσα αρνήθηκαν στον Σαμαρά;
«Υπάρχει μια κεφαλαιώδης διαφορά η οποία δεν έχει αναδειχθεί στον δημόσιο διάλογο. Η συγκυβέρνηση ΝΔ - ΠαΣοΚ αποδέχθηκε πλήρως τη νεοφιλελεύθερη επιλογή της βίαιης λιτότητας και εσωτερικής υποτίμησης και ουδέποτε κατέθεσε μια εναλλακτική οικονομική πρόταση. Η λεγόμενη διαπραγμάτευση περιορίστηκε σε αστερίσκους στα μέτρα που η ίδια η τρόικα επέβαλε. Οι δανειστές ετοίμαζαν τα μέτρα, η κυβέρνηση τυπικά τα ενέκρινε και η Βουλή τα ψήφιζε.
Αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί. Η διαπραγμάτευση με τους δανειστές μας για να έχει ουσία και περιεχόμενο προϋποθέτει ότι εμείς ως χώρα θα καταθέσουμε το δικό μας ρεαλιστικό πρόγραμμα παραγωγικής ανασυγκρότησης και τις εκτιμήσεις μας για το χρηματοδοτικό πλαίσιο που μπορεί να υποστηρίξει ένα τέτοιο εγχείρημα. Στη βάση αυτή μπορούμε και πρέπει να διαπραγματευθούμε. Οι δανειστές μας θα έχουν το βάρος της ευθύνης να αποδείξουν ότι αυτά που προτείνουμε είτε δεν γίνονται είτε δεν είναι ρεαλιστικά. Μόνο έτσι μπορούμε να προχωρήσουμε. Το δικό μας σοβαρό και ρεαλιστικό σχέδιο θα θέσει τους όρους της διαπραγμάτευσης».
Οι διαβεβαιώσεις ότι δεν θα γίνουν μονομερείς ενέργειες είναι συνεχείς, συνοδεύονται όμως από τη φράση «εκτός αν αναγκαστούμε». Τι θα γίνει αλήθεια «αν αναγκαστούμε»; Ποιες ενέργειες θα είναι τότε επιβεβλημένες και τι κατάσταση θα επικρατήσει στη χώρα; Αυτή η πτυχή δεν έχει περιγραφεί από τον κ. Τσίπρα.
«Τι σημαίνει "αν αναγκαστούμε"; Περιγράφετε μια κατάσταση όπου οι δανειστές μας θα αρνηθούν ουσιαστικά να διαπραγματευθούν με μια καινούργια κυβέρνηση που θα έχει νωπή λαϊκή και ελπίζω ισχυρή εντολή. Αυτό όμως δεν πρόκειται να συμβεί. Κανείς - ούτε η Ελλάδα ούτε οι δανειστές μας - δεν έχει κίνητρο να μη τελεσφορήσει η διαπραγμάτευση. Μπορεί η διαπραγμάτευση να είναι σκληρή, να πάρει ίσως χρόνο, αλλά κάπου θα καταλήξει και σίγουρα το αποτέλεσμά της θα φέρει τη χώρα σε μια καλύτερη θέση από αυτήν που είναι σήμερα. Επομένως, μονομερείς ενέργειες εκ των πραγμάτων δεν θα υπάρξουν - αυτή είναι η καταστροφολογία στην οποία επενδύει η απερχόμενη κυβέρνηση για να κρύψει τα δικά της λάθη. Αλλωστε υπάρχει δέσμευση των δανειστών μας από τον Νοέμβριο του 2012 για έναρξη διαδικασιών αναδιαπραγμάτευσης του χρέους εφόσον προέκυπτε πρωτογενές πλεόνασμα και όλες οι προτάσεις για την απομείωση του χρέους είναι εντός του πλαισίου της ευρωζώνης. Αποτελούν ήδη αντικείμενο συζήτησης σε πολλά όργανα εντός της ΕΕ και τεχνικής επεξεργασίας από την ΕΚΤ».
Αναλυτικά η συνέντευξη εδώ
http://www.tovima.gr/politics/article/?aid=666084&h1=true#commentForm
Και πιο κάτω η απαραίτητη διευκρίνηση, απαντώντας σε σχετικό ερώτημα. «Η Ελλάδα δεν βρίσκεται με την πλάτη στον τοίχο, όπως ορισμένοι, με προεξάρχουσα την απερχόμενη κυβέρνηση, θέλουν να εμφανίσουν. Μια προοδευτική κυβέρνηση θα πρέπει να προσέλθει στη διαπραγμάτευση, προτάσσοντας ένα δικό της αξιόπιστο Εθνικό Σχέδιο Ανασυγκρότησης και τις πιθανές πηγές χρηματοδότησης στη βάση ρεαλιστικών εκτιμήσεων και χρηματοδοτικών σεναρίων. Οι δανειστές μας θα έχουν το βάρος της ευθύνης να αποδείξουν ότι αυτά που προτείνουμε είτε δεν γίνονται είτε δεν είναι ρεαλιστικά. Μόνο έτσι μπορούμε να προχωρήσουμε. Το δικό μας σοβαρό και ρεαλιστικό σχέδιο θα θέσει τους όρους της διαπραγμάτευσης».
Σήμερα εμείς κρίναμε ότι πρέπει να θυμηθούμε αυτή την συνέντευξη
Διαβάστε την συνέντευξη:
Οι όροι της διαπραγμάτευσης με την Ευρώπη θα τεθούν από μια κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και όχι από τους δανειστές, δηλώνει μιλώντας στο «Βήμα της Κυριακής» η πρώην υπουργός, συνεργαζόμενη σήμερα με το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης Λούκα Κατσέλη. Δεν αποκλείει πάντως το ενδεχόμενο δημοψηφίσματος, για το οποίο λέει ότι είναι «πολύ δυνατό όπλο» και δηλώνει ότι μετανιώνει που δεν αποχώρησε νωρίτερα από την κυβέρνηση του Γ. Παπανδρέου.
Κυρία Κατσέλη, ποια είναι η βάση της συνεργασίας σας με τον ΣΥΡΙΖΑ; Ο Αλ. Τσίπρας προσφάτως υποστήριξε ότι δεν διεκδικείτε κάποια θέση σε μια ενδεχόμενη κυβέρνησή του. Αληθεύει αυτό; Δεν θα σας ενδιέφερε μια θέση στην κεντρική ή σε άλλη τράπεζα; Ή μήπως προετοιμάζετε την ομάδα διαπραγμάτευσης;
«Προσωπικά έχω επιλέξει να μην είμαι υποψήφια. Στηρίζω όμως όσο μπορώ, με τις διεθνείς επαφές, τις προτάσεις και δραστηριότητές μου, την προσπάθεια να γίνει κατανοητή η αναγκαιότητα αλλαγής πολιτικής στην Ελλάδα και συνολικά στην Ευρώπη, η οποία δυστυχώς έχει εγκλωβιστεί σε έναν κύκλο ύφεσης και λιτότητας υιοθετώντας νεοφιλελεύθερες πολιτικές. Σε αυτή την προσπάθεια θα συνεχίσω να συμβάλλω χωρίς να μπαίνω σε καμία λογική προσωπικής "διεκδίκησης" ή "εξασφάλισης" κάποιας θέσης».
Παρά ταύτα, η εκλογική συνεργασία δεν προχώρησε, οι υποψήφιοί σας συνάντησαν αντιδράσεις και την Παρασκευή τους αποσύρατε από τα ψηφοδέλτια του ΣΥΡΙΖΑ. Συνεχίζετε να προσβλέπετε σε μια μετεκλογική συμμαχία;
«Ανεξάρτητα από αυτή την έκβαση, εμείς συνεχίζουμε να στηρίζουμε την προσπάθεια για τη δημιουργία ενός κοινωνικού μετώπου ανατροπής της σημερινής πολιτικής, στο πλευρό του ΣΥΡΙΖΑ».
Οι μαξιμαλιστικές αξιώσεις του ΣΥΡΙΖΑ τι περιθώρια συμβιβασμών αφήνουν; Σε μια διαπραγμάτευση κάτι διεκδικείς, κάτι παίρνεις, αλλά και κάτι δίνεις. Τι είναι διατεθειμένος ο ΣΥΡΙΖΑ να δώσει;
«Κατ' αρχάς το να αξιώνεις τη ριζική ανατροπή της πολιτικής της βίαιης λιτότητας και της εσωτερικής υποτίμησης, που το μόνο που κάνει είναι να οδηγεί έναν ολόκληρο λαό σε εξαθλίωση και να διογκώνει τα χρέη και την ανεργία, δεν είναι μαξιμαλισμός. Είναι στοιχειώδης υποχρέωση που τουλάχιστον κάθε παράταξη που προσδιορίζεται ως προοδευτική θα έπρεπε να επιδιώκει. Δεν είναι μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ που εκφράζει την άποψη αυτή. Σήμερα στην ΕΕ και διεθνώς αναπτύσσεται ένας έντονος προβληματισμός ενάντια στην ακολουθούμενη πολιτική. Αν δεν υπάρξει αλλαγή πολιτικής, σε λίγο δεν θα υπάρχει ευρωζώνη.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες, μια προοδευτική κυβέρνηση θα πρέπει να προσέλθει στη διαπραγμάτευση προτάσσοντας ένα δικό της αξιόπιστο εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης και τις πιθανές πηγές χρηματοδότησης στη βάση ρεαλιστικών εκτιμήσεων και χρηματοδοτικών σεναρίων. Με αυτόν τον τρόπο πολλά μπορεί να επιτευχθούν. Σίγουρα πολύ περισσότερα από όσα έχουν επιτευχθεί ως σήμερα από τη συγκυβέρνηση ΝΔ και ΠαΣοΚ».
Μήπως είναι υπερβολικές οι ελπίδες ότι οι δανειστές θα μεταβάλουν τη στάση τους και θα προσφέρουν στον Τσίπρα όσα αρνήθηκαν στον Σαμαρά;
«Υπάρχει μια κεφαλαιώδης διαφορά η οποία δεν έχει αναδειχθεί στον δημόσιο διάλογο. Η συγκυβέρνηση ΝΔ - ΠαΣοΚ αποδέχθηκε πλήρως τη νεοφιλελεύθερη επιλογή της βίαιης λιτότητας και εσωτερικής υποτίμησης και ουδέποτε κατέθεσε μια εναλλακτική οικονομική πρόταση. Η λεγόμενη διαπραγμάτευση περιορίστηκε σε αστερίσκους στα μέτρα που η ίδια η τρόικα επέβαλε. Οι δανειστές ετοίμαζαν τα μέτρα, η κυβέρνηση τυπικά τα ενέκρινε και η Βουλή τα ψήφιζε.
Αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί. Η διαπραγμάτευση με τους δανειστές μας για να έχει ουσία και περιεχόμενο προϋποθέτει ότι εμείς ως χώρα θα καταθέσουμε το δικό μας ρεαλιστικό πρόγραμμα παραγωγικής ανασυγκρότησης και τις εκτιμήσεις μας για το χρηματοδοτικό πλαίσιο που μπορεί να υποστηρίξει ένα τέτοιο εγχείρημα. Στη βάση αυτή μπορούμε και πρέπει να διαπραγματευθούμε. Οι δανειστές μας θα έχουν το βάρος της ευθύνης να αποδείξουν ότι αυτά που προτείνουμε είτε δεν γίνονται είτε δεν είναι ρεαλιστικά. Μόνο έτσι μπορούμε να προχωρήσουμε. Το δικό μας σοβαρό και ρεαλιστικό σχέδιο θα θέσει τους όρους της διαπραγμάτευσης».
Οι διαβεβαιώσεις ότι δεν θα γίνουν μονομερείς ενέργειες είναι συνεχείς, συνοδεύονται όμως από τη φράση «εκτός αν αναγκαστούμε». Τι θα γίνει αλήθεια «αν αναγκαστούμε»; Ποιες ενέργειες θα είναι τότε επιβεβλημένες και τι κατάσταση θα επικρατήσει στη χώρα; Αυτή η πτυχή δεν έχει περιγραφεί από τον κ. Τσίπρα.
«Τι σημαίνει "αν αναγκαστούμε"; Περιγράφετε μια κατάσταση όπου οι δανειστές μας θα αρνηθούν ουσιαστικά να διαπραγματευθούν με μια καινούργια κυβέρνηση που θα έχει νωπή λαϊκή και ελπίζω ισχυρή εντολή. Αυτό όμως δεν πρόκειται να συμβεί. Κανείς - ούτε η Ελλάδα ούτε οι δανειστές μας - δεν έχει κίνητρο να μη τελεσφορήσει η διαπραγμάτευση. Μπορεί η διαπραγμάτευση να είναι σκληρή, να πάρει ίσως χρόνο, αλλά κάπου θα καταλήξει και σίγουρα το αποτέλεσμά της θα φέρει τη χώρα σε μια καλύτερη θέση από αυτήν που είναι σήμερα. Επομένως, μονομερείς ενέργειες εκ των πραγμάτων δεν θα υπάρξουν - αυτή είναι η καταστροφολογία στην οποία επενδύει η απερχόμενη κυβέρνηση για να κρύψει τα δικά της λάθη. Αλλωστε υπάρχει δέσμευση των δανειστών μας από τον Νοέμβριο του 2012 για έναρξη διαδικασιών αναδιαπραγμάτευσης του χρέους εφόσον προέκυπτε πρωτογενές πλεόνασμα και όλες οι προτάσεις για την απομείωση του χρέους είναι εντός του πλαισίου της ευρωζώνης. Αποτελούν ήδη αντικείμενο συζήτησης σε πολλά όργανα εντός της ΕΕ και τεχνικής επεξεργασίας από την ΕΚΤ».
Αναλυτικά η συνέντευξη εδώ
http://www.tovima.gr/politics/article/?aid=666084&h1=true#commentForm