Το Πολυνομοσχέδιο που ψηφίζεται με συνοπτικές διαδικασίες αποτελεί προκλητική επίθεση στο δημόσιο συμφέρον. Η Κυβέρνηση για άλλη μια φορά εξυπηρετεί ιδιωτικά συμφέροντα σε βάρος των φορολογουμένων, των μισθωτών και των συνταξιούχων.
Πρώτον, το Ελληνικό δημόσιο χάνει, κατ’ ουσίαν, τον στρατηγικό του ρόλο ως βασικός μέτοχος στις τράπεζες, τις οποίες χρηματοδότησε και διέσωσε με 25 δισεκ. ευρώ πόρους των πολιτών. Επιτρέπει τη διάθεση νέων μετοχών των τραπεζών σε τιμή χαμηλότερη από την τιμή κτήσης των μετοχών από το ΤΧΣ ή από την τρέχουσα χρηματιστηριακή τιμή, προκαλώντας με αυτό τον τρόπο ζημιές στο ΤΧΣ λόγω της άμεσης μείωσης της αξίας των μετοχών των τραπεζών που αυτό κατέχει . Δίνει παράλληλα τη δυνατότητα στο ΤΧΣ να παραιτείται του δικαιώματος να συμμετέχει στις αυξήσεις μετοχικών κεφαλαίων των τραπεζών, με άμεση συνέπεια τη διατήρηση σταδιακά πλέον αμελητέου ποσοστού σε αυτές.
Με άλλα λόγια, αυτό που δεν εγινε σε καμμία χώρα οπου οι τράπεζες διεσώθηκαν με δημόσιο χρήμα γίνεται στη χώρα μας: οι τράπεζες παραδίδονται και πάλι σε αυτούς που τις κακοδιαχειρίστηκαν και τις χρεοκώπησαν και το δημόσιο, δηλαδή οι φορολογούμενοι που τις χρηματοδότησαν με τεράστια ποσά, γίνονται «απλοί παρατηρητές».
Δεύτερον, η αποσάρθρωση των εργασιακών σχέσεων συνεχίζεται με αμείωτο ρυθμό. Δίνεται η δυνατότητα κατάργησης των τριετιών μετά την 1.1.2017 για τους μακροχρόνια ανέργους άνω των 25 ετών οδηγώντας σε περαιτέρω μειώσεις μισθών. Επεκτείνει το καθεστώς ενοικίασης εργαζομένων περα από έκτακτες ανάγκες των επιχειρήσεων διευρύνοντας το και σε όλες τις κατηγορίες εργαζομένων σε δημόσια εργα , όπως οικοδόμους κλπ.
Τρίτον, αντί να προταχθεί ο σοβαρός εξορθλογισμός του ασφαλιστικού συστήματος, καταργούνται οι φόροι υπερ τρίτων, χωρίς να προβλεφτεί από που θα καλυφτεί το έλλειμμα που θα προκύψει, παραπέμποντας σε νέα μελλοντική μείωση των συντάξεων.
Τέταρτον, σε ότι αφορά τις πολυδιαφημιζόμενες διαρθρωτικές αλλαγές με αφορμή την μελέτη-εργαλειοθήκη του ΟΟΣΑ, αντί η μελέτη αυτή να αποτελέσει τη βάση ενός σοβαρού και οργανωμένου διαλόγου με όλους τους παραγωγικούς φορείς, ώστε να αποφασισθούν οι απαραίτητες αλλαγές και το χρονοδιάγραμμα υλοποίησής τους, νομοθετούνται άκριτα και χωρίς μελέτη επιπτώσεων, ρυθμίσεις αμφιβόλου αποτελεσματικότητας.
Η εισαγωγή του πολυνομοσχεδίου με τη διαδικασία του κατεπείγοντος χωρίς να υπάρχει χρόνος ούτε για μια ουσιαστική ανάγνωση και συζήτηση, αναδεικνύει την απαξίωση της πολιτικής και επιβεβαιώνει τον απόλυτο αυταρχισμό της κυβέρνησης.
Η ανάπτυξη δεν μπορεί να επιτευχθεί στη βάση της κρυφής ατζέντας της Κυβέρνησης και της Τρόικας και μιάς φοβισμένης κοινωνίας η οποία βρίσκεται σε ομηρία.