Απολύσεις στο Δημόσιο: Αυθαιρεσία και Στοχοποίηση χωρίς Κριτήρια και Αξιολόγηση
Είναι τουλάχιστον ανιστόρητο το νέο οριζόντιο "πακέτο" των απολύσεων με τη μορφή της διαθεσιμότητας και την απαράδεκτα άδικη απαξίωση των εργαζομένων δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης που ψήφισε η πλειοψηφία του Κοινοβουλίου στηρίζοντας την τρικομματική κυβέρνηση.
Έτσι αποδείχτηκε η υποκρισία των προεκλογικών δεσμεύσεων ότι δεν θα απολυθεί κανένας, ενώ γνώριζαν πολύ καλά τη δέσμευση τους στην απαίτηση του δεύτερου μνημονίου, στο οποίο αναφερόταν ρητώς οι απολύσεις 150.000 υπαλλήλων μέχρι το 2015.
Ο κ. Μανιτάκης στις προγραμματικές δηλώσεις του είχε αναφέρει μεταξύ άλλων, «η διοικητική αναδιάρθρωση δεν γίνεται σε συνθήκες βίαιης, δραστικής μείωσης των αποδοχών των δημοσίων υπαλλήλων που τους οδηγεί στην εξαθλίωση και θίγει την αξιοπρέπειά τους. Και φυσικά γνωρίζω ότι δεν είναι δυνατό να ενστερνιστεί κανείς ένα μεταρρυθμιστικό όραμα όταν τελούν διαρκώς στη δαμόκλειο σπάθη των αθρόων απολύσεων».
Είναι γεγονός ότι το νέο οργανωτικό μοντέλο της επιτελικής Δημόσιας Διοίκησης με επίκεντρο την καλύτερη αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού και τη βελτιστοποίηση της αποδοτικότητας και της αποτελεσματικότητας των δημοσίων υπηρεσιών, δεν χτίζεται με άδικες και αναιτιολόγητες απολύσεις, αλλά με την ορθή κατανομή του προσωπικού, την αξιολόγηση, την αξιοκρατία και την στοχοθεσία. Άλλωστε η Δημόσια Διοίκηση στο σύνολο της ταυτίζεται με το Κράτος και πρέπει να δίνει το παράδειγμά της με την οργάνωση ,τη σύννομη λειτουργία της και με την αίσθηση που δημιουργεί στους πολίτες ότι αναλαμβάνει πλήρως τις ευθύνες για την εξουσία που ασκεί.
Γίνεται αναφορά στον όγκο του δημόσιου τομέα, ενώ δεν υπάρχει σχεδιασμός, αφού για δύο χρόνια δεν υπήρξε καμία αξιολόγηση και άρνηση για μετατάξεις από τους αρμόδιους υπουργούς όταν υπάρχουν υπηρεσίες που δεν μπορούν εξαιτίας έλλειψης προσωπικού, να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες των πολιτών και να ανταποκριθούν στο ρόλο τους.
Οι χρόνιες παθογένειες των δομών της Κεντρικής, Περιφερειακής και Τοπικής Αυτοδιοίκησης δεν μπορεί να φορτώνονται στους υπαλλήλους αλλά κατά κύριο λόγο, σε εκείνους που είχαν την εξουσία και ανήγαγαν τον κομματισμό και την πελατοκρατία σε βασικό, αν όχι σε μοναδικό μέσο διορισμού και ανέλιξης.
Έτσι με την ψήφιση του πολυνομοσχεδίου, απολύονται υπάλληλοι χωρίς κριτήρια, προκαλώντας μια άλλη τραγωδία στις οικογένειες οι οποίες ήδη βρίσκονται σε αδιέξοδο . Αν και το Κράτος όλα αυτά τα χρόνια επένδυσε με κατάρτιση τώρα διαγράφει τις υποχρεώσεις του, διότι δεν υπάρχειστρατηγικός σχεδιασμός και εξ’ αιτίας αυτού διαχειρίζεται με άδικο τρόπο το ανθρώπινο κεφάλαιο. Και ενώ πια δεν υπάρχουν κενές οργανικές θέσεις, καταργείται το 50% των οργανικών και ενώ ήδη θα έπρεπε να ισχύουν οι μετατάξεις από το 2010 ώστε στις κατάλληλες θέσεις να μετακινηθεί, το αναγκαίο προσωπικό, εξυφαίνεται μια απίστευτη κοροϊδία προς τους εργαζόμενους, πέρα και έξω από κάθε νομική – συνταγματική τάξη και λογική.
Και εδώ είναι αμείλικτα τα ερωτήματα:
Α. Γιατί η Κυβέρνηση δεν καταργεί τις συμβάσεις ορισμένου χρόνου και έργου την ίδια στιγμή που οδηγεί στην διαθεσιμότητα -απόλυση χιλιάδες έμπειρους υπάλληλους και γιατί εξακολουθεί να εγκρίνει συμβάσεις;
Δύο πράγματα συμβαίνουν: ή πραγματικά δεν πλεονάζει προσωπικό και επομένως πρέπει να μετακινηθεί για να καλυφθούν οι ανάγκες των υπηρεσιών ή σχεδιάζεται η ιδιωτικοποίηση υπηρεσιών του Δημοσίου.
Β. Γιατί δεν τέθηκαν κριτήρια για αξιολόγηση όλων των βαθμίδων εκπαίδευσης «Αξιολόγηση με βάση τη νοοτροπία, τις στάσεις, τις αξίες, τα κίνητρα με τα οποία ο υπάλληλος εμπλουτίζει τη θέση αυτή. Το περίγραμμα της θέσης μπορεί να περιγράψει με ουσιαστικό τρόπο, τα χαρακτηριστικά που συγκροτούν κάθε θέση εργασίας, παρέχοντας στους υπαλλήλους ουσιαστικές δυνατότητες πρωτοβουλιών», όπως χαρακτηριστικά αναφέρει και μία από τις πολλές μελέτες για το Κράτος και την Δημόσια Διοίκηση.
Καθένας θα πρέπει να αξιολογείται με βάση την επίτευξη στόχων και έτσι μπορεί να συνδεθεί η αξιολόγηση του υπαλλήλου με την αξιολόγηση του φορέα, γεγονός, που δεν ισχύει με την συγκεκριμένη επιλογή της Κυβέρνησης.
Δόθηκε ποτέ έμφαση στην ανάδειξη των καλών πρακτικών και θετικών παραδειγμάτων δημοσίων υπαλλήλων;
Γ. Γιατί αυτή η επιμονή στον αριθμό και όχι στο έργο στην προσφορά και στις ανάγκες;
Δ. Γιατί τέτοια αυθαιρεσία και στοχοποίηση ενός κλάδου συγκεκριμένης ειδικότητας; γιατί δεν εξηγείται αυτή η άνιση μεταχείριση; Υπάρχει πειστική και νόμιμη εξήγηση, όταν σύμφωνα με πάγια νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, υπάλληλοι ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου εξομοιώνονται πλήρως όσον αφορά τα δικαιώματά τους και τις υποχρεώσεις τους ανεξάρτητα από τον τρόπο πρόσληψης;
Ε. Γιατί δεν συγκροτήθηκαν τα πειθαρχικά συμβούλια, αφού από τον Μάρτιο ίσχυε το νέο αυστηρό Πειθαρχικό Δίκαιο στο οποίο μετέχουν δικαστές;
Ποιος είχε και έχει την ευθύνη; Πάντως όχι οι υπάλληλοι.
ΣΤ. Απαντήθηκε το καίριο ερώτημα τι κράτος θέλουμε, ποιες υπηρεσίες σε κεντρικό και περιφερειακό επίπεδο, όταν από το ΕΣΠΑ 2007-2012 παραμένουν αδιάθετα κονδύλια 700 εκατομμυρίων ευρώ για το πρόγραμμα διοικητικής μεταρρύθμισης που έχει άμεση σχέση με το επιτελικό Κράτος και την Τοπική Αυτοδιοίκηση και έχει απορροφηθεί μόνο το 10%; (όλοι γνωρίζουμε ότι αυτοί που υπογράφουν είναι οι υπουργοί…)
Σε όλα αυτά που συμβαίνουν λείπει το μέτρο της δικαιοσύνης γι αυτό και μόνο οι συλλογικοί αγώνες μπορούν να γίνουν ανάχωμα στην ανασφάλεια και την αβεβαιότητα που βιώνουν οι πολίτες εξαιτίας μιας σκληρής ανελέητης νεοφιλελεύθερης πολιτικής που όμοια της δεν έχει γνωρίσει η χώρα μας.
Έχουμε υποχρέωση να υπερασπιστούμε ένα από τα στοιχειώδη δικαιώματα, όπως το να έχεις εργασία, γεγονός που μπορεί να σου επιτρέπει μια αξιοπρεπή ζωή.
Είναι χρέος να συνεγερθούμε για να υπηρετήσουμε τον άνθρωπο, το δημόσιο και εθνικό συμφέρον, τα δημόσια αγαθά, που δίνουν αξία στην ύπαρξη του κράτους δικαίου.
Σε αυτή την ανθρώπινη αξίωση αρωγός η ανεξάρτητη δικαιοσύνη θα περιφρουρήσει όχι μόνο την νομιμότητα ,αλλά και τις εγγυήσεις που παρέχει ο συνταγματικός μας χάρτης για τα δικαιώματα των εργαζομένων ,το ευρωπαϊκό κεκτημένο και οι διεθνείς συνθήκες.